3. Η ΠΟΛΗ ΤΟΥ ΤΙΠΟΤΑ
Μια πόλη σε σκόνη, μια νύχτα βοή,
μια σκιά φοβισμένη μήπως φανεί,
τους δρόμους περνά, τα ίχνη να σβήσει
μια ζωή κουβαλά, χωρίς να ζητήσει.
Με μάτια κλαμένα την μέρα θα χάσουν,
και δάκρυα πνιγμένα, ξανά θα σωπάσουν.
Ανώριμοι έρωτες, στα δίχτυα τους πιάστηκες ,
δεν είχαν αλήθεια, μόνο αυτό που φαντάστηκες,
όνειρα που 'φτιαξες και τώρα γελάστηκες.
Άσε τώρα τα λάθη και κλείσε τα μάτια
γύρνα πάλι την πλάτη στα παλιά μονοπάτια,
στην πόλη του τίποτα φέρνεις νέα ζωή
κι' από τραγούδια ανείπωτα ανατέλλει φωνή.
Ανώριμοι έρωτες, στα δίχτυα τους πιάστηκες ,
δεν είχαν αλήθεια, μόνο αυτό που φαντάστηκες,
όνειρα που 'φτιαξες και τώρα γελάστηκες.
Και αν ψάχνεις το νόημα, μέσα απ ' τα παλιά
να πιαστείς από κάτι, να νιώσεις στεριά,
θυμήσου, στην πόλη του τίποτα φέρνεις νέα ζωή
και από ουράνια δύναμη, ανατέλλει η αυγή.
Ανώριμοι έρωτες, στα δίχτυα τους πιάστηκες ,
δεν είχαν αλήθεια, μόνο αυτό που φαντάστηκες,
όνειρα που 'φτιαξες, και τώρα γελάστηκες.
© ΓΡΑΦΕΙΟ ΝΕΟΤΗΤΑΣ Ι. Μ. ΦΩΚΙΔΟΣ